dínodo - ορισμός. Τι είναι το dínodo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι dínodo - ορισμός


dínodo      
sm Fís Cada um dos elétrodos de um multiplicador de elétrons, cada um dos quais, por sua vez, aumenta por sua emissão secundária o fluxo total de elétrons.
dinodo      
/ô/ s.m.
-eletr f. não pref. e mais us. que
dínodo
dínodo      
s.m.
-eletr designação genérica de um elétrodo que emite elétrons por fenômeno de emissão secundária F f. não pref. e mais us.: dinodo
-gram/uso a f. pref. é dínodo ; tb. correto é o seu desdobramento dinódio ; a paroxítona dinodo (ô) foi, porém, a que o uso consagrou
-etim 1 di- + -n- + - odo , term. de (ân)odo e cát(odo) , por sua vez, voc. criados em 1834 por M. Faraday (1791-1867, físico inglês), com base na oposição das prep.adv. gr. aná 'no alto, de baixo para cima, para fora' e gr. katá 'embaixo, de cima para baixo, no fundo' + gr. hodós,oû 'caminho, via', que se tornaram fonte de termos da física; ver odo -sin/var dinódio